αὐτό-κτονος

αὐτό-κτονος

αὐτό-κτονος, 1) selbst gemordet, ϑάνατος Aesch. Spt. 663. – 2) αὐτοκτόνος, selbst, sich wechselseitig mordend, χείρ Aesch. Spt. 787; ebenso heißt die Hand der Medea, Eur. Med. 1249, die ihre eigenen Kinder gemordet. In Ep. ad. 389 (VII, 152) sind δῶρα αὐτοκτόνα Geschenke, die wechselseitigen Mord veranlassen. – Adv., -κτόνως, Aesch. Ag. 1618.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • αυτοκτόνος — ο (Α αὐτοκτόνος, ον) αυτός τερματίζει μόνος βίαια τη ζωή του αρχ. 1. φρ. «ἄνδρες τεθνᾱσιν ἐκ χειρών αὐτοκτόνων» σκότωσαν ο ένας τον άλλο 2. φρ. «αὐτοκτόνα δῶρα» δώρα που φέρνουν θάνατο. [ΕΤΥΜΟΛ. < αυτο * + κτόνος < κτείνω «σκοτώνω» (πρβλ.… …   Dictionary of Greek

  • γενοκτονία — Ο όρος κατά λέξη σημαίνει εξόντωση μιας εθνικής ομάδας, ενός γένους, και χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1946 στη δίκη της Νυρεμβέργης (αγγλ. genocide), για να χαρακτηρίσει ένα ειδικό έγκλημα που διαπράχθηκε εναντίον μιας φυλής ή εθνικών και… …   Dictionary of Greek

  • θαλασσοκτονώ — θαλασσοκτονῶ, έω (Μ) σκοτώνω στη θάλασσα. [ΕΤΥΜΟΛ. < θάλασσο * + κτονώ (< κτόνος < κτείνω), πρβλ. αυτο κτονώ, λιμο κτονώ] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”