αὐτό-τροφος

αὐτό-τροφος

αὐτό-τροφος, von Phryn. p. 201 als schlechteres Wort für οἰκόσιτος verworfen.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • κλεπτότροφος — κλεπτότροφος, ὁ (Α) αυτός που με διάφορα τεχνάσματα επιζητεί προσκλήσεις σε δείπνα, δειπνοθήρας. [ΕΤΥΜΟΛ. < κλέπτω + τροφος (< τρέφω), πρβλ. αυτό τροφος, κηρό τροφος] …   Dictionary of Greek

  • Ελλαδα - Μυθολογία — ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ Το μυθολογικό υλικό είναι αποτέλεσμα της προσπάθειας των αρχαίων κοινωνιών να ερμηνεύσουν τον κόσμο, τη ζωή και τις σχέσεις των ανθρώπων. Οι ελληνικοί μύθοι αποτελούν μια κοινωνική, συλλογική προσπάθεια κατανόησης και… …   Dictionary of Greek

  • Άρης — I Θεός του πολέμου και από τους μεγαλύτερους θεούς της ελληνικής, αλλά και της λατινικής μυθολογίας. Γιος του Δία και της Ήρας ή μόνο της Ήρας που έμεινε έγκυος με την επαφή άνθους ή της Ενυούς (γι’ αυτό και ονομάζεται Ενυάλιος), που όμως… …   Dictionary of Greek

  • γάλα — Υγρό που εκκρίνεται από τους μαστικούς αδένες των θηλαστικών. Το γ. είναι ένα γαλάκτωμα, δηλαδή νερό με λεπτότατα λιποσφαίρια που περιέχει, εκτός από το λίπος, πρωτεΐνες, υδατάνθρακες, ένζυμα, άλατα και βιταμίνες. Όλα τα συστατικά αυτά φέρονται… …   Dictionary of Greek

  • υποκείμενο — Το κύριο στοιχείο, το σημείο αφετηρίας μέσα στην πρόταση. Στο γραμματικό υ., που αναγνωρίζεται εύκολα, καθόσον προσδιορίζει το πρόσωπο και τον αριθμό του ρήματος (π.χ. τα άλογα τρέχουν, εσύ τρέχεις) και συνεπώς έχει ένα σαφές μορφολογικό γνώρισμα …   Dictionary of Greek

  • ευριπίδης — (Αθήνα 480; – Πέλλα 406 π.Χ.). Τραγικός ποιητής. Πολλές λεπτομέρειες για τη ζωή του (ότι ήταν γιος μανάβισσας, ότι είχε δύο άπιστες γυναίκες και ότι πέθανε κατασπαραγμένος από σκυλιά) φαίνεται να είναι είτε διαστρεβλώσεις της πραγματικότητας είτε …   Dictionary of Greek

  • κύμα — Διάδοση μιας διαταραχής περιοδικής μορφής με πεπερασμένη ταχύτητα στον χώρο, αρχικά εντοπισμένης, η οποία περιέχει ή όχι ένα υλικό μέσο. Η διάδοση αυτή δεν συνεπάγεται σε καμία περίπτωση μετακινήσεις του συνόλου του μέσου διάδοσης, αλλά μεταφορά… …   Dictionary of Greek

  • φορός — Το μέρος εκείνο του εθνικού εισοδήματος που παίρνουν οι δημόσιοι οργανισμοί από τις ιδιωτικές οικονομικές μονάδες, για να εξασφαλίζουν τα μέσα που χρειάζονται για την ανάπτυξη της δικής τους δραστηριότητας. Ο φ. αποτελεί το όργανο διαμέσου του… …   Dictionary of Greek

  • Τροφώνιος — Μυθολογικό πρόσωπο, γιος του Απόλλωνα και της Επικάστης, του Δία και της Ιοκάστης ή του Εργίνη, βασιλιά του Ορχομενού των Μινυών. Τον συγχέουν επίσης με τον Χθόνιο Ερμή, και γι’ αυτό τον έλεγαν γιο του Βάκχου και της Περσεφόνης. Παιδιά του Τ.… …   Dictionary of Greek

  • AMPHIDROMIA — etsi von fuerit Amphidromiorum publica sollennitas, sed privatorum affectibus conscrata: tamen hîc omittenda nonfuit, quodcum omnes sigillatim homines specter, etiam Δημοτελὴς appellari quodammodo videarut. Igitur Α᾿μφιδρόμια, vel ut alii… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • αιδώς — Τεχνητή θεότητα, που την επινόησαν οι πρώτοι φιλόσοφοι, προσωποποίηση της συστολής και της ντροπής. Ήταν μια από τις Ώρες και είχε μητέρα τη Θέμιδα και αδελφές την Ευνομία, τη Δίκη, την Ειρήνη, τη Νέμεση κλπ. Ήταν μητέρα της Σωφροσύνης, τροφός… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”