ίτέα

ίτέα

ίτέα, , ion. ἰτέη u. ἰτείη, Ap. Rh. 4, 1428 (vgl. vimen, vieo), die Weide, der Weidenbaum, Il. 21, 850; ὠλεσίκαρποι, weil sie keine Frucht tragen, Od. 10, 510; Her. 1, 194; Sp.; τανυμήκεες Thall. 3 (VI, 170). – Ein von Weidenruthen geflochtener Schild, mit Erz überzogen, κατάχαλκος Eur. Heracl. 376, χαλκόνωτος Troad. 1193, vgl. Suppl. 695 Cycl. 7 u. Ar. bei Eust. 911, 63.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ἰτέα — ἰτέᾱ , ἰτέα willow fem nom/voc/acc dual ἰτέᾱ , ἰτέα willow fem nom/voc sg (attic doric ionic aeolic) ἰτέον ibo one must go neut nom/voc/acc pl ἰτέᾱ , ἰτέον ibo one must go fem nom/voc/acc dual ἰτέᾱ , ἰτέον ibo one must go fem nom/voc sg… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἰτέᾳ — ἰτέαι , ἰτέα willow fem nom/voc pl ἰτέᾱͅ , ἰτέα willow fem dat sg (attic doric ionic aeolic) ἰτέαι , ἰτέον ibo one must go fem nom/voc pl ἰτέᾱͅ , ἰτέον ibo one must go fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ιτέα — Ονομασία εννέα οικισμών. 1. Παράλια κωμόπολη (υψόμ. 2 μ., 4.666 κάτ.) στην πρώην επαρχία Παρνασσίδος του νομού Φωκίδος. Βρίσκεται στο νοτιοανατολικό άκρο του νομού, 13 χλμ. Ν της Άμφισσας. Αποτελεί έδρα του ομώνυμου δήμου. 2. Ορεινός οικισμός… …   Dictionary of Greek

  • Ιτέα — Sp Itėja Ap Ιτέα/Itea L C ir Š Graikija …   Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė

  • ἰτέας — ἰτέᾱς , ἰτέα willow fem acc pl ἰτέᾱς , ἰτέα willow fem gen sg (attic doric ionic aeolic) ἰτέᾱς , ἰτέον ibo one must go fem acc pl ἰτέᾱς , ἰτέον ibo one must go fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἰτέαι — ἰτέα willow fem nom/voc pl ἰτέᾱͅ , ἰτέα willow fem dat sg (attic doric ionic aeolic) ἰτέον ibo one must go fem nom/voc pl ἰτέᾱͅ , ἰτέον ibo one must go fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἰτέαν — ἰτέᾱν , ἰτέα willow fem acc sg (attic doric ionic aeolic) ἰτέᾱν , ἰτέον ibo one must go fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἰτέαις — ἰτέα willow fem dat pl ἰτέον ibo one must go fem dat pl ἰτέᾱͅς , ἰτέον ibo one must go fem dat pl (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Τσερκούβιανα — (Ιτέα). Ημιορεινός οικισμός (;; κάτ., υψόμ. 440) του νομού Άρτας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Πηγών …   Dictionary of Greek

  • ἰτεῶν — ἰτέα willow fem gen pl ἰτέον ibo one must go fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἰτέης — ἰτέα willow fem gen sg (epic ionic) ἰτέον ibo one must go fem gen sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”