παρα-μίγνῡμι

παρα-μίγνῡμι

παρα-μίγνῡμι (s. μίγνυμι), zumischen, beimischen, τινί τι, Ar. Vesp. 878; Hippocr.; ὅτι αὐτοῖς τούτων ἐν ταῖς ψυχαῖς παραμέμικται, Plat. Rep. III, 415 c; ἡδονὴν παραμεμῖχϑαι τῇ εὐδαιμονίᾳ, Arist. eth. 10, 7; τὴν παῤῥησίαν τῇ κολακείᾳ, Plut. Ant. 24.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • επιμίγνυμι — ἐπιμίγνυμι και ἐπιμιγνύω (Α) [μίγνυμι] 1. αναμιγνύω, ανακατώνω («ἐμφύλιον αἶμα ἐπέμιξε θνητοῑς», Πίνδ.) 2. έρχομαι σε σχέσεις, επικοινωνώ («τῆς γὰρ ἐμπορίας οὐκ οὔσης οὐδ’ ἐπιμιγνύντες ἀδεῶς ἀλλήλοις», Θουκ.) 3. συναντώ («ἐπεμείγνυντο τοῑς παρὰ… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”