- θήρ-αρχος
θήρ-αρχος, ὁ, Aufseher über Elephanten, Ael. Tact. 22.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
θήρ-αρχος, ὁ, Aufseher über Elephanten, Ael. Tact. 22.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κώμαρχος — (I) κώμαρχος, ὁ (Α) αρχηγός κώμου. [ΕΤΥΜΟΛ. < κῶμος + αρχος* (πρβλ. θήρ αρχος, φρούρ αρχος)]. (II) κώμαρχος, ὁ (Α) κωμάρχης*. [ΕΤΥΜΟΛ. < κώμη + αρχος*] … Dictionary of Greek
επιθήραρχος — ἐπιθήραρχος, ο (Α) ο αρχηγός επιθηραρχίας. [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + θηρ + *αρχος (< άρχω)] … Dictionary of Greek
θήραρχος — θήραρχος, ὁ (Α) ο οδηγός ελεφάντων, αυτός που διαθέτει και εξουσιάζει ελέφαντες κατά τον πόλεμο. [ΕΤΥΜΟΛ. < θηρ(ο) * + αρχος (< αρχός< άρχω), πρβλ. έπ αρχος, ταξί αρχος] … Dictionary of Greek