- οἰωνο-μαντεία
οἰωνο-μαντεία, ἡ, das Weissagen aus dem Fluge oder der Stimme der Vögel (?).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
οἰωνο-μαντεία, ἡ, das Weissagen aus dem Fluge oder der Stimme der Vögel (?).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
καπνομαντεία — Μορφή μαντείας κατά την αρχαιότητα. Βασιζόταν στη δοξασία ότι η ταχύτητα με την οποία ανυψώνεται ο καπνός των σφαγίων της θυσίας, το χρώμα του, ο αριθμός των τολυπών του και η διεύθυνσή του αποτελούσαν συμβολικά σημάδια της θέλησης των θεών.… … Dictionary of Greek
ζωοθυτοκαρδιηπατοσκόπος — ζῳοθυτοκαρδιηπατοσκόπος, ὁ (Α) αυτός που παρατηρεί, που εξετάζει τις καρδιές και τα ήπατα τών σφαγίων στις ζωοθυσίες για μαντεία, ο μάντης. [ΕΤΥΜΟΛ. < ζωο θυτον (< ζω(ο) [ΙΙ]* + θυτος < θύω, πρβλ. ειδωλό θυτος, καλλί θυτος) + καρδία +… … Dictionary of Greek
κεραυνοσκοπία — κεραυνοσκοπία, ἡ (Α) μαντεία που γινόταν με παρατήρηση των κεραυνών («τὰ περὶ τὴν κεραυνοσκοπίαν μάλιστα πάντων ἀνθρώπων ἐξειργάσαντο», Διόδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < κεραυνός + σκοπιά (< σκόπος < σκοπός < σκέπτομαι), πρβλ. ηπατο σκοπία, οιωνο… … Dictionary of Greek
λιβανομάντης — ο, θηλ. λιβανόμαντις και λιβανομάντισσα (Μ λιβανόμαντις, ὁ, ἡ) αυτός που ασκεί μαντεία από τη διεύθυνση ή το σχήμα τού καπνού τού καιγόμενου λιβανιού. [ΕΤΥΜΟΛ. < λίβανος + μάντις (πρβλ. αριστό μαντις, οιωνό μαντις)] … Dictionary of Greek
μορφοσκόπος — μορφοσκόπος, ον (ΑΜ) αυτός που ασκεί μαντεία παρατηρώντας και εξετάζοντας μορφές ή σχήματα. [ΕΤΥΜΟΛ. < μορφή + σκόπος (< σκοπῶ), πρβλ. οιωνο σκόπος] … Dictionary of Greek
παλμοσκόπος — παλμοσκόπος, ον (Α) αυτός που ασκεί μαντεία με τους παλμούς. [ΕΤΥΜΟΛ. < παλμός + σκόπος (< σκοπός < σκέπτομαι), πρβλ. οιωνο σκόπος] … Dictionary of Greek