- παρα-δέρω
παρα-δέρω, die Haut abziehen, Hippocr.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
παρα-δέρω, die Haut abziehen, Hippocr.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
παραδεῖραι — παρά δέρω skin aor inf act … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παραδείρας — παραδείρᾱς , παρά δέρω skin aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αέρας — Όρος με πολλές ερμηνείες και χρήσεις. Ο άνεμος που δεν είναι πολύ δυνατός. Τo κλίμα ενός τόπου και μεταφορικά το ψυχολογικό κλίμα. Η εξωτερική εμφάνιση, το ύφος, το παρουσιαστικό. Η τόλμη, η αλαζονεία, η αυθάδεια. Έκφραση της ψυχικής διάθεσης. Η… … Dictionary of Greek