οὐρανο-φανής

οὐρανο-φανής

οὐρανο-φανής, ές, = Folgdm, Sp.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ουρανοφανής — (I) ο (ορυκτ.) ένυδρο πυριτικό ορυκτό τού ουρανίου και τού ασβεστίου. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γερμ. Uranophan (< ουράνιο + φανής < φαίνομαι)]. (II) οὐρανοφανής, ές (ΑΜ) αυτός που εμφανίζεται στον ουρανό. [ΕΤΥΜΟΛ. < ουρανο * + φανής …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”