λίβον

λίβον

λίβον, τό, das lat. libum, eine Kuchenart.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • Λιβόν — Όνομα βασιλιάδων της Αρμενίας. Είναι πιο γνωστοί με το εξελληνισμένο όνομα Λέων. Βλ. λ. Λέων. Όνομα έξι βασιλιάδων της Αρμενίας …   Dictionary of Greek

  • Γούστερ — (Worcester).Πόλη (95.900 κάτ. το 2000) της Αγγλίας, πρωτεύουσα της κομητείας Γούστερσαϊρ (Worcestershire, 1.761 τ. χλμ., 541.400 κάτ. το 2000). Είναι χτισμένη στην αριστερή όχθη του ποταμού Σέβερν, σε απόσταση 35 χλμ. από το Μπέρμιγχαμ. Η πόλη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”