θητεία

θητεία

θητεία, , Lohndienst; Soph. O. R. 1029; VLL. μίσϑωσις, δουλεία; Isocr. 14, 48 ἐπὶ ϑητείαν ἰόντες, Ggstz von δουλεύοντες. Von Sp. D. Hal. 2, 19.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • θητεία — θητείᾱ , θητεία hired service fem nom/voc/acc dual θητείᾱ , θητεία hired service fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θητείᾳ — θητείᾱͅ , θητεία hired service fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θητεία — η [θητεύω] (Α θητεία) 1. η υπηρεσία τών κληρωτών στον στρατό, η στρατιωτική θητεία, το στρατιωτικό 2. το χρονικό διάστημα τής υπηρεσίας τού κληρωτού 3. οποιαδήποτε υπηρεσία που εκτελείται σε ορισμένο χρονικό διάστημα («η θητεία τού προέδρου τής… …   Dictionary of Greek

  • θητεία — η υπηρεσία για ορισμένο χρονικό διάστημα: Τελείωσε η θητεία του ως πρωθυπουργού. – Κάνει τη στρατιωτική του θητεία …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • θητείας — θητείᾱς , θητεία hired service fem acc pl θητείᾱς , θητεία hired service fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θητείαν — θητείᾱν , θητεία hired service fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θητεῖαι — θητεία hired service fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θητείαις — θητεία hired service fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χιλή — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Χιλής Συντομευμένη Ονομασία: Χιλή Εκταση: 756.950 τ.χλμ. Πληθυσμός: 15.498.930 (Ιούλιος 2002) Πρωτεύουσα: ΣαντιάγοΚράτος της Νότιας Αμερικής. Συνορεύει στα Β και ΒΑ με το Περού και τη Βολιβία αντίστοιχα και στα Α… …   Dictionary of Greek

  • Αυστραλία — Κράτος της Ωκεανίας, ανάμεσα στον Ινδικό και τον Ειρηνικό ωκεανό, που περιλαμβάνει την ομώνυμη μεγάλη νήσο του νότιου Ειρηνικού (λόγω του μεγέθους θεωρείται ηπειρωτικό έδαφος), την Τασμανία και άλλα νησιά.Κράτος της Ωκεανίας, ανάμεσα στον Ινδικό… …   Dictionary of Greek

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”