- θαλασσό-παις
θαλασσό-παις, ὁ, Meeressohn, Triton, Lycophr. 892.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
θαλασσό-παις, ὁ, Meeressohn, Triton, Lycophr. 892.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πυρίπαις — αιδος, ὁ, Α (ως προσωνυμία τού Διονύσου) ο γιος τής φωτιάς, αυτός δηλ. που έχει γεννηθεί στη φωτιά ή από τη φωτιά. [ΕΤΥΜΟΛ. < πυρι (βλ. λ. πυρ) + παῖς (πρβλ. θαλασσό παις)] … Dictionary of Greek
ταρταρόπαις — παιδος, ὁ, ἡ, Α (ως προσωνυμία τής Εκάτης) παιδί τού Ταρτάρου. [ΕΤΥΜΟΛ. < Τάρταρος + παῖς (πρβλ. θαλασσό παις)] … Dictionary of Greek
θαλασσόπαις — θαλασσόπαις, ό, ή (Α) γιος τής θάλασσας («θαλασσόπαις Τρίτων»). [ΕΤΥΜΟΛ. < θαλασσο * + παις «παιδί»] … Dictionary of Greek
παιδοπόρος — παιδοπόρος, ον (Α) αυτός από τον οποίο διέρχεται παιδί, όπως είναι λ.χ. η μήτρα («παιδοπόρος γένεσις», Ανθ. Παλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < παῖς, παιδός + πόρος (< πόρος), πρβλ. θαλασσο πόρος] … Dictionary of Greek