- λαθραιότης
λαθραιότης, ητος, ἡ, Heimlichkeit, Verborgenheit, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
λαθραιότης, ητος, ἡ, Heimlichkeit, Verborgenheit, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
λαθραιότης — λαθραιότης, ητος, ἡ (Α) [λαθραίος] μυστικότητα … Dictionary of Greek