- λαμπαδη-φορία
λαμπαδη-φορία, ἡ, das Fackeltragen, eine Art Fackellauf, Her. 8, 98.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
λαμπαδη-φορία, ἡ, das Fackeltragen, eine Art Fackellauf, Her. 8, 98.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
λαμπάδη — λαμπάδη, ἡ (Α) λύχνος, λαμπάδα. [ΕΤΥΜΟΛ. Μεταπλασμένος τ. τού λαμπάς, άδος, πιθ. από επίδραση τού α σύνθ. λαμπάδα συνθέτων, όπως λαμπαδη δρομία, λαμπαδη φορία κ.τ.ό.] … Dictionary of Greek
κραδηφορία — κραδηφορία, ἡ (Α) το να κρατάει κάποιος κλαδιά συκιάς κατά τη διάρκεια μιας εορτής. [ΕΤΥΜΟΛ. < κράδη «κλαδί» + φορία (< φορῶ < φόρος < φόρος < φέρω), πρβλ. ανθο φορία, λαμπαδη φορία] … Dictionary of Greek