- θεᾱτήρ
θεᾱτήρ, ῆρος, ὁ, = Folgdm, Phot.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
θεᾱτήρ, ῆρος, ὁ, = Folgdm, Phot.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
θεατήρ — θεατήρ, ὁ (Μ) [θεώμαι] θεατής … Dictionary of Greek
θατήρ — θατήρ, ῆρος, ὁ (Α) (δωρ. τ. τού θεατήρ*) θεατής … Dictionary of Greek
θεατήρια — θεατήρια, τά (Μ) [θεατήρ] (κατά τον Λέοντα τον Σοφό) «ὑπαιθρα, ἅ πρός μόνην καί ὑπαέριον ἁπόλαυσιν έπινενόηνται καὶ ἡλιακά προσαγορεύονται» … Dictionary of Greek