- θεο-κρατία
θεο-κρατία, ἡ, Gottesherrschaft, Ios.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
θεο-κρατία, ἡ, Gottesherrschaft, Ios.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
θεοκράτης — ο 1. ο οπαδός τής θεοκρατίας 2. αυτός που ασκεί θεοκρατική εξουσία. [ΕΤΥΜΟΛ. Υποχωρητικό παράγωγο < θεο κρατία] … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Θρησκεία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ Το περιεχόμενο της θρησκείας που επικράτησε στον ελλαδικό χώρο κατά την Παλαιολιθική εποχή δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί επακριβώς. Τα λιγοστά και δυσεξιχνίαστης σημασίας ευρήματα δεν βοηθούν προς την κατεύθυνση αυτή … Dictionary of Greek