- παρα-κατ-οικίζω
παρα-κατ-οικίζω, Einen neben einem Andern wohnen lassen, τινά τινι, Isocr. 6, 28; φρουρὰν τοῦ μὴ νεωτερίζειν τι παρακατοικίζων τοῖς συμμάχοις, Plut. Pericl. 11. – Das med. hat Isocr. 6, 87, ἢν παρακατοικισώμεϑα τοὺς Εἵλωτας, bei Bekker, vulg. παρακατοικήσωμεν.
http://www.zeno.org/Pape-1880.