- παρα-κόλλημα
παρα-κόλλημα, τό, das darauf Angeleimte, Theophr. u. Sp., Alles, was an der Seite angeleimt oder befestigt wird.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
παρα-κόλλημα, τό, das darauf Angeleimte, Theophr. u. Sp., Alles, was an der Seite angeleimt oder befestigt wird.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
έπιπλο — Κινητή ξύλινη ή μεταλλική κατασκευή ποικίλων χρήσεων. Η ιστορία των ε. είναι τόσο παλιά όσο σχεδόν ο κόσμος. Αν όμως το έ. εξεταστεί όχι μόνο από την πλευρά της χρησιμότητας αλλά και του διακοσμητικού χαρακτήρα του, η πραγματική ιστορική αρχή του … Dictionary of Greek