- λαχανο-φαγία
λαχανο-φαγία, ἡ, das Essen von Gemüse, Hippocr.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
λαχανο-φαγία, ἡ, das Essen von Gemüse, Hippocr.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ομφακοφαγία — ὀμφακοφαγία, ἡ (Μ) το να τρώγει κάποιος άγουρα σταφύλια, αγουρίδες. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὄμφαξ, ακος «άγουρο σταφύλι» + φαγία (< φάγος), πρβλ. λαχανο φαγία] … Dictionary of Greek