- παρ-ακταῖος
παρ-ακταῖος, am Gestade, am Ufer, Opp. H. 4, 316.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
παρ-ακταῖος, am Gestade, am Ufer, Opp. H. 4, 316.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ακταίος — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Σύμφωνα με τον Φερεκύδη, ήταν πατέρας του Τελαμώνα και φίλος του Πηλέα. 2. Σύμφωνα με τον Παυσανία, ήταν ο πρώτος βασιλιάς της Αττικής. Η κόρη του Άγραυλος παντρεύτηκε τον Κέκροπα, τον οποίο διαδέχτηκε στον θρόνο… … Dictionary of Greek
ακτή — Ζώνη ξηράς, που βρίσκεται στο όριο επαφής μεταξύ στεριάς και υδάτινων, ωκεάνιων ή θαλάσσιων μαζών. Οι α. δεν αποτελούν ένα γραμμικό όριο μεταξύ των δύο στοιχείων, αλλά τη ζώνη της αμοιβαίας επίδρασής τους και κυρίως του νερού πάνω στη στεριά… … Dictionary of Greek
παρακταίος — η, ον, Α αυτός που βρίσκεται στην ακτή ή κοντά στην ακτή, παράκτιος. [ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α) * + ἀκταῖος (< ἀκτή)] … Dictionary of Greek