λωβητήρ

λωβητήρ

λωβητήρ, ῆρος, ὁ, der Beschimpfende, Mißhandelnde, Il. 2, 275. 11, 385; der Verderber, der Schaden verursacht, Soph. Ant. 1061; übh. ein nichtswürdiger, schändlicher Mensch, Il. 24, 239; Ap. Rh. 3, 372.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • λωβητήρ — λωβητήρ, ῆρος, ὁ, ἡ, θηλ. και λωβήτειρα (Α) 1. υβριστής 2. (για τις Ερινύες) ολέθριος, καταστροφέας («τούτων σε λωβητῆρες ὑστεροφθόροι», Σοφ.) 3. άθλιος, μηδαμινός άνθρωπος. [ΕΤΥΜΟΛ. < λώβη «προσβολή, κακομεταχείρηση» + επίθημα τήρ (πρβλ.… …   Dictionary of Greek

  • λωβητήρ — foul slanderer masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λωβητῆρα — λωβητήρ foul slanderer masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λωβητῆρας — λωβητήρ foul slanderer masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λωβητῆρες — λωβητήρ foul slanderer masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λωβητῆρι — λωβητήρ foul slanderer masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λωβητῆρσιν — λωβητήρ foul slanderer masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λωβήτειρα — λωβήτειρα, ἡ (Α) βλ. λωβητήρ …   Dictionary of Greek

  • λωβήτωρ — λωβήτωρ, ορος, ὁ (Α) λωβητήρ,* βλαβερός, καταστρεπτικός. [ΕΤΥΜΟΛ. < λωβώμαι + επίθημα τωρ (πρβλ. ηγή τωρ, νική τωρ)] …   Dictionary of Greek

  • λωβητής — λωβητής, ὁ (Α) [λωβώμαι] λωβητήρ* («λωβηταί τέχνης» αυτοί που ατιμάζουν το επάγγελμά τους», Αριστοφ.) …   Dictionary of Greek

  • λώβα — και λούβα και λώβη, η (AM λώβη, Μ και λώβα και λούβα) η νόσος λέπρα αρχ. 1. κακή μεταχείριση, κακοποίηση («λώβη τε καὶ διαφθορά», Πλάτ.) 2. προσβολή, χλευασμός, ατίμωση, ύβρη («τίσετε λώβην» θα τιμωρηθείτε για την προσβολή, Ομ. Ιλ.) 3.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”