- θυμ-ελαία
θυμ-ελαία, ἡ, ein Strauch, dessen Beeren, κόκκος Κνίδειος, stark abführen, Diosc.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
θυμ-ελαία, ἡ, ein Strauch, dessen Beeren, κόκκος Κνίδειος, stark abführen, Diosc.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
τιθύμαλλος — ὁ, και τιθύμαλλον, τὸ, Α το φυτό ευφόρβιο, κν. σήμερα γαλατσίδα 2. φρ. α) «τιθύμαλλος ἄρρην» το φυτό χαρακιάς* β) «τιθύμαλλος θῆλυς» το φυτό μυρσινίτης ή μυρτίτης. [ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολ. Έχει διατυπωθεί ωστόσο η άποψη ότι η λ. έχει σχηματιστεί … Dictionary of Greek