- θυρσο-χαρής
θυρσο-χαρής, ές, sich des Thyrsus freuend, Epigr. Cyzic. 1 (III, 1).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
θυρσο-χαρής, ές, sich des Thyrsus freuend, Epigr. Cyzic. 1 (III, 1).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κισσοχαρής — κισσοχαρής, ές (Α) αυτός που ευχαριστιέται με τον κισσό. [ΕΤΥΜΟΛ. < κισσός + χαρής (< χάρος, τὸ), πρβλ. αιμο χαρής, θυρσο χαρής] … Dictionary of Greek
θυρσοχαρής — θυρσοχαρής, ές (Α) αυτός που χαίρεται με τον θύρσο, δηλ. που ευφραίνεται με τις διονυσιακές πομπές. [ΕΤΥΜΟΛ. < θύρσος + χαρής (< χάρος, τό «χαρά»), πρβλ. αιμο χαρής, περιχαρής] … Dictionary of Greek
όλυνθος — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Στρυμόνα, βασιλιά της Θράκης. Ενώ κυνηγούσε, τον κατασπαράξανε λιοντάρια. 2. Γιος του Ηρακλή και της Βολίας, από τον οποίο πήρε την ονομασία της μια πόλη της Χαλκιδικής. 3. Άλλος γιος του Ηρακλή, από τον… … Dictionary of Greek