- παρ-εξ-ήγημα
παρ-εξ-ήγημα, τό, = Folgdm, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
παρ-εξ-ήγημα, τό, = Folgdm, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ηγούμαι — (AM ἡγοῡμαι, έομαι, Α δωρ. τ. ἁγοῡμαι) 1. είμαι οδηγός, προπορεύομαι, προηγούμαι, δείχνω τον δρόμο («ὥς εἰπών ἡγεῑθ , ἡ δ ἕσπετο Παλλάς Ἀθήνη», Ομ. Οδ.) 2. είμαι αρχηγός, προΐσταμαι, διευθύνω πρωτοστατώ («ηγούμαι τής επαναστάσεως») 3. (μτχ. ενεστ … Dictionary of Greek