- μηλάτων
μηλάτων, wie von μῆλας, μήλατος abgeleitet, metaplastischer gen. statt μήλων, Lycophr. 106.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μηλάτων, wie von μῆλας, μήλατος abgeleitet, metaplastischer gen. statt μήλων, Lycophr. 106.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μηλάτων — (Α) (γεν. πληθ. κατά μεταπλασμό αντί μήλων) προβάτων. [ΕΤΥΜΟΛ. Μεταπλασμένος τ. τής γεν. πληθ. τού μῆλον (II), κατά τη γεν. προβάτων] … Dictionary of Greek