νομο-θεσία

νομο-θεσία

νομο-θεσία, , das Gesetzgeben, die Gesetzgebung; ἡ κατοίκισις καὶ ἡ νομ., Plat. Legg. III, 684 e; καὶ πόλεων οἰκισμοί, IV, 708 d, u. öfter im plur., und Folgde, wie Arist. eth. 6, 8; ἡ ν. Λυκούργου, Pol. 4, 81, 12; collectiv, die Gesetze, wie Lys. 30, 35.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • μοιροθεσία — μοιροθεσία, ἡ (Α) προσδιορισμός τών γεωγραφικών μοιρών. [ΕΤΥΜΟΛ. < μοῖρα + θεσία (< θέτης < τίθημι), πρβλ. νομο θεσία, υιο θεσία] …   Dictionary of Greek

  • πολυθεσία — η, Ν η κατοχή περισσότερων τής μιας έμμισθων κυρίως θέσεων απασχόλησης στον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα. [ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ * + θεσία (< θέτης < τίθημι), πρβλ. νομο θεσία] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”