μονο-μαχία

μονο-μαχία

μονο-μαχία, , ion. μουνομαχιη, Einzelkampf, Zweikampf, Her. 5, 1. 6, 92 u. Sp., wie Pol. 31, 4, 1. 32, 14, 5; Plut.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • κολοβομάχη — και κολοβομαχία, ἡ (Α) (ονομασία για το Θ τής Ιλιάδας) μάχη που δεν τέλειωσε. [ΕΤΥΜΟΛ. < κολοβός + μάχη. Ο τ. κολοβομαχία < κολοβός + μαχία (< μάχος < μάχομαι), πρβλ. μονο μαχία, πεζο μαχία] …   Dictionary of Greek

  • ραβδομαχία — η / ῥαβδομαχία, ΝΑ είδος οπλομαχητικής άσκησης με ράβδους, η οποία είναι παρεμφερής με την ξιφασκία νεοελλ. (γενικά) συμπλοκή με ραβδιά. [ΕΤΥΜΟΛ. < ῥάβδος + μαχία πιθ. μέσω αμάρτυρου αρχ. *ῥαβδομάχος (πρβλ. μονο μαχία, πυγ μαχία)] …   Dictionary of Greek

  • τηλεμαχία — η, Ν τηλεοπτική μονομαχία, συζήτηση δύο αντιπάλων, ιδίως πολιτικών, σε εκπομπή τής τηλεόρασης. [ΕΤΥΜΟΛ. < τηλ(ε) * + μαχία (< μαχος < μάχομαι), πρβλ. μονο μαχία) …   Dictionary of Greek

  • κονταρομαχία — Είδος αγωνίσματος μεταξύ ευγενών και ιπποτών, που διεξαγόταν κυρίως στους μεσαιωνικούς χρόνους. Οι αντίπαλοι αγωνίζονταν έφιπποι, οπλισμένοι με δόρατα δίχως σιδερένια αιχμή. Για να αναδειχθεί κάποιος νικητής έπρεπε να ρίξει τον αντίπαλό του από… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”