- νοτόθεν
νοτόθεν, von Süden her, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
νοτόθεν, von Süden her, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
νοτόθεν — (Α) επίρρ. από τον νότο. [ΕΤΥΜΟΛ. < νότος + επιρρμ. κατάλ. θεν (πρβλ. μυχό θεν)] … Dictionary of Greek
νοτόθεν — from the south indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
νότος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν γιος της Ηώς και του Αστραίου και η προσωποποίηση του νότιου ανέμου, που είναι θερμός και γεμάτος υγρασία. Σε αντίθεση με τους αδελφούς του Βορέα και Ζέφυρο, δεν αναφέρεται σε κανέναν μύθο της εποχής. II Παράλιος… … Dictionary of Greek