δέπαστρον

δέπαστρον

δέπαστρον, τό, = δέπας, Antimach. 11, 25 bei Ath. XI, 468 a.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • δέπαστρον — neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δέπαστρα — δέπαστρον neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δέπαστρο — το (Α δέπαστρον) νεοελλ. γένος Κοιλέντερων ακαληφών αρχ. ποτήρι, δέπας* («οἴνου τε δέπαστρον»). [ΕΤΥΜΟΛ. Ποιητικός παρεκτεταμένος τ. τού δέπας με επίθημα τρον, δηλωτικό τού οργάνου] …   Dictionary of Greek

  • -τρο(ν) — ΝΜΑ επίθημα.ουδέτερων ουσιαστικών όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, που εμφανίζεται ήδη σε αρχαιότατα κείμενα, έχει μεγάλη παραγωγική δύναμη, κυρίως στην Αρχαία, και απαντά σε 200 περίπου ουσιαστικά. Το επίθημα ουδετέρου τρον, όπως και τα… …   Dictionary of Greek

  • δεπαστραίος — δεπαστραῑος, α, ον (Α) [δέπαστρον] όποιος ανήκει ή αναφέρεται στο δέπαστρο …   Dictionary of Greek

  • ζύγαστρον — ζύγαστρον, τό (Α) 1. κιβώτιο κατασκευασμένο από σανίδες στερεά ενωμένες μεταξύ τους 2. (κατά τον Φώτ.) «παρὰ Δελφοῑς δὲ ζύγαστρον καλεῑται τὸ γραμματοφυλάκιον» 3. φρ. «ζύγαστρα λάρνακος» το κάλυμμα ή, κατ άλλους, τα κλειδιά τής λάρνακας. [ΕΤΥΜΟΛ …   Dictionary of Greek

  • λέπαστρον — λέπαστρον, τὸ (Α) (κατά τον Ησύχ.) «σκεῡός τι ἁλιευτικόν». [ΕΤΥΜΟΛ. < λεπάς + επίθημα τρον, δηλωτικό οργάνου (πρβλ. δέπαστρον)] …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο, Αρχαιολογικό Σκύρου — Στη βορειοανατολική πλευρά της Χώρας του νησιού, στους πρόποδες του κάστρου και κάτω ακριβώς από τη γραφική πλατεία Μπρουκ (Brooke), άρχισε να χτίζεται το 1963 και εγκαινιάστηκε δέκα χρόνια αργότερα το Αρχαιολογικό Μουσείο της Σκύρου. Το μουσείο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”