δολιό-μητις

δολιό-μητις

δολιό-μητις, ιδος, listiges Sinnes, Aesch. Suppl. 731, nach Wellauer.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • καρτερόμητις — καρτερόμητις, ήτιος, ὁ ἡ (Α) συνετός. [ΕΤΥΜΟΛ. < καρτερός + μητις (< μῆτις «σοφία, ικανότητα), πρβλ. αγλαό μητις, δολιό μητις] …   Dictionary of Greek

  • μεγαλόμητις — μεγαλόμητις, τι (Α) αυτός που έχει μεγάλες και υψηλές φιλοδοξίες. [ΕΤΥΜΟΛ. < μεγαλ(ο) * + μῆτις «σοφία» (πρβλ. δολιό μητις, ποικιλό μητις)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”