- δημ-άρᾱτος
δημ-άρᾱτος, vom Volke erfleht, Eust.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
δημ-άρᾱτος, vom Volke erfleht, Eust.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
Δημαράτου — Δημ/αρατος masc gen sg Δημάρατος prayed for by the people masc gen sg Δημαράτος masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Δημαράτῳ — Δημ/αρατος masc dat sg Δημάρατος prayed for by the people masc dat sg Δημαράτος masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Δημάρατε — Δημ/αρατος masc voc sg Δημάρατος prayed for by the people masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Δημάρατον — Δημ/αρατος masc acc sg Δημάρατος prayed for by the people masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Δημάρατος — Δημ/αρατος masc nom sg Δημάρατος prayed for by the people masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σουνιάρατος — ον, Α (το αρσ. ως κύριο όν.) ὁ Σουνιάρατος προσωνυμία τού Ποσειδώνος που λατρευόταν στο Σούνιο («ὦ δελφίνων μεδέων Σουνιάρατε», Αριστοφ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < Σούνιον + άρατος (< ἀρῶμαι «παρακαλώ, εύχομαι, καταριέμαι»), πρβλ. δημ άρατος] … Dictionary of Greek
πολυάρατος — επικ. τ. πολυάρητος, ον, Α 1. ο πολύ επιθυμητός, πολυπόθητος («πρὶν θαυμάσας τὴν πολυάρατον σοφίαν ξυνεποδίσθης ὑπ αὐτοῡ», Πλάτ.) 2. ο πολύ καταραμένος. [ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ * + ἀρῶμαι «παρακαλώ, εύχομαι, καταριέμαι» (πρβλ. δημ άρατος)] … Dictionary of Greek
πάτρα — Πόλη της Πελοποννήσου, πρωτεύουσα του νομού Αχαΐας της περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας. Ο δήμος Πατρέων περιλαμβάνει, εκτός από τον ομώνυμο δήμο, και τις κοινότητες Ελικίστρας, Μοίρας και Σουλίου. Τρίτη πόλη της Ελλάδας από άποψη πληθυσμού, μετά την… … Dictionary of Greek