- δημο ῦχος
δημο ῦχος, das Volk lenkend; χϑονός, Theseus, Soph. O. C. 13501 – sonst ϑεαί, die in Athen einheimischen u. dort vorzüglich verehrten Eumeniden, 459; vgl. D. Sic. 4, 29; – übh. = Einwohner, γᾶς 1089.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
δημο ῦχος, das Volk lenkend; χϑονός, Theseus, Soph. O. C. 13501 – sonst ϑεαί, die in Athen einheimischen u. dort vorzüglich verehrten Eumeniden, 459; vgl. D. Sic. 4, 29; – übh. = Einwohner, γᾶς 1089.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
λευκός — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 160 μ., 28 κάτ.) της Καρπάθου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Καρπάθου του νομού Δωδεκανήσου. * * * ή, ό (AM λευκός, ή, όν) 1. αυτός που έχει το χρώμα τού χιονιού ή τού γάλακτος, άσπρος (α. «ήλθε ντυμένη με λευκά ρούχα»… … Dictionary of Greek