- δημιωστί
δημιωστί, auf öffentliche Art, Drac. p. 37, 5.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
δημιωστί, auf öffentliche Art, Drac. p. 37, 5.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
δημιωστί — επίρρ. (Α) δημοσία, ενώπιον τού δήμου ή με δαπάνες τού δήμου … Dictionary of Greek