- δακρυ-χαρής
δακρυ-χαρής, ές, sich an Thränen freuend, Πλούτων Anth. (App. 98); κνίσματα Mel. 103 (V, 166).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
δακρυ-χαρής, ές, sich an Thränen freuend, Πλούτων Anth. (App. 98); κνίσματα Mel. 103 (V, 166).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κεδροχαρής — κεδροχαρής, ές (Α) αυτός που χαίρεται να κατεργάζεται το ξύλο του κέδρου. [ΕΤΥΜΟΛ. < κέδρος + χαρής (< θ. χαρ , πρβλ. ε χάρ ην, αόρ. τού χαίρω), πρβλ. αιμο χαρής, δακρυ χαρής] … Dictionary of Greek
δακρυχαρής — ( οῡς), ές (Α) αυτός που βρίσκει ευχαρίστηση στα δάκρυα («δακρυχαρής Πλούτων»). [ΕΤΥΜΟΛ. < δάκρυ + χαρής < εχάρην, αόρ. τού χαίρω (πρβλ. αιμοχαρής)] … Dictionary of Greek
Geflügelte Worte (Antike) — Alpha und Omega, Anfang und Ende, kombiniert zu einem Buchstaben Diese Liste ist eine Sammlung alt und neugriechischer Phrasen, Sprichwörter und Redewendungen. Sie beschreibt ihren Gebrauch und gibt, wo möglich, die Quellen an. Graeca non… … Deutsch Wikipedia