- μαιήϊος
μαιήϊος, = μαιευτικός, Nonn. 9, 167.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μαιήϊος, = μαιευτικός, Nonn. 9, 167.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μαιήιος — μαιήϊος, ον (Α) 1. μαιευτικός 2. αυτός που γεννήθηκε από τη Μαία. [ΕΤΥΜΟΛ. < μαία + επίθημα ήϊος (πρβλ. γαι ήιος, γενεθλ ήιος)] … Dictionary of Greek
μαιήιος — masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μαιήιον — μαιήιος masc/fem acc sg μαιήιος neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μαία — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Κόρη του Τιτάνα Άτλαντα και της Πληιόνης, από τη σχέση της οποίας με τον Δία γεννήθηκε ο Ερμής. Πολλοί ποιητές έχουν εξυμνήσει την ομορφιά της και τη θεωρούν ως την πιο όμορφη από τις Πλειάδες. Αναφέρεται άλλωστε… … Dictionary of Greek