μαζίσκη

μαζίσκη

μαζίσκη, , dim. von μάζα, Ar. Equ. 1166.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • μαζίσκη — μαζίσκη, ἡ (ΑM) [μᾱζα] μσν. μικρή μάζα, μικρός σβώλος αρχ. μικρό ζυμαρικό από κριθαρένιο αλεύρι …   Dictionary of Greek

  • μαζίσκην — μαζίσκη barley scone fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μαζίσκας — μαζίσκᾱς , μαζίσκη barley scone fem acc pl μαζίσκᾱς , μαζίσκη barley scone fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μάζα — I (Κοινων.). Με τον όρο αυτό χαρακτηρίζεται μια ανθρώπινη ομάδα που καθορίζεται με ποικίλους τρόπους και η οποία, κατά κάποιον τρόπο, διαμορφώνει τη συνείδηση και τη συμπεριφορά των ατόμων που την αποτελούν. Ο όρος χρησιμοποιήθηκε ιδιαίτερα σε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”