δι-λοχία

δι-λοχία

δι-λοχία, ein Doppellochos; Pol. 1021, 4; Suid.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • λοχία — λοχίᾱ , λόχιος of fem nom/voc/acc dual λοχίᾱ , λόχιος of fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λοχιά — Χαρακτηριστικό έκκριμα που αποβάλλεται από τη μητρική κοιλότητα κατά τη λοχεία. Τα λ. ελαττώνονται 15 ημέρες μετά τον τοκετό, αλλά δεν αποκλείεται να αυξηθούν και πάλι αργότερα. Γύρω στην 21η ημέρα γίνονται πάλι αιματηρά, για να σταματήσουν… …   Dictionary of Greek

  • λόχια — Χαρακτηριστικό έκκριμα που αποβάλλεται από τη μητρική κοιλότητα κατά τη λοχεία. Τα λ. ελαττώνονται 15 ημέρες μετά τον τοκετό, αλλά δεν αποκλείεται να αυξηθούν και πάλι αργότερα. Γύρω στην 21η ημέρα γίνονται πάλι αιματηρά, για να σταματήσουν… …   Dictionary of Greek

  • λόχια — λόχιος of neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λοχίας — λοχίᾱς , λόχιος of fem acc pl λοχίᾱς , λόχιος of fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λοχίαν — λοχίᾱν , λόχιος of fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λόχιος — α, ο (Α λόχιος, ία, ον, θηλ. και ίη) [λόχος] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη λεχώνα ή στη λοχεία 2. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τα λόχια τα εκκρίματα που αποβάλλονται από τη μήτρα κατά τη λοχεία αρχ. 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον τοκετό… …   Dictionary of Greek

  • ημιλοχία — ἡμιλοχία, ἡ (Α) στρ. μισός λόχος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ημι * + λοχία (< λόχος), πρβλ. δι λοχία] …   Dictionary of Greek

  • λοχείος — α, ο (Α λοχεῑος, ία, ον θηλ. και ος) 1. ο τόπος όπου γεννά μια μητέρα (α. «λοχεῑα κλεινὰ λιποῡσα» αφού εγκατέλειψε τον τόπο όπου γέννησε το παιδί, Ευρ. β. «αἱ λόχειοι ἡμέραι» μέρες καθιερωμένες για ευχαριστίες ύστερα από ευτυχή τοκετό, Πλούτ.) 2 …   Dictionary of Greek

  • PUERPERA — a PUERI partu dicta, olim variis obnoxia fuit ritibus. Mutini fascino insidebat foe mina, ut conciperet: Lupercis quoque sese offerebat, et ferulâ caedebatur caprinâ pelle coriôque tectâ, gestabat praeterea pyxide Lyden, immensô prolis desideriô …   Hofmann J. Lexicon universale

  • επιλοχίας — ο [λοχίας] βαθμός υπαξιωματικού τού στρατού μεταξύ λοχία και ανθυπασπιστή …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”