- δεμάτιον
δεμάτιον, τό, dim. von δέμα, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
δεμάτιον, τό, dim. von δέμα, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
δεμάτιον — neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεμάτια — δεμάτιον neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεμάτι — Ονομασία δύο οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 200 μ., 391 κάτ.) στην πρώην επαρχία Μονοφατσίου του νομού Ηρακλείου. Βρίσκεται στο νοτιοανατολικό τμήμα του νομού, 54 χλμ. ΝΑ της πόλης του Ηρακλείου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο… … Dictionary of Greek
δεμάτιο — το (AM δεμάτιον) βλ. δεμάτι … Dictionary of Greek