δικο-γράφος

δικο-γράφος

δικο-γράφος, wer Proceßschriften, Reden für Andere schreibt, Poll. 8, 24; D. L. 6, 15.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • κλησίγραφος — και κλησιγράφος, ὁ (Μ) αυτός που γράφει τις κλήσεις, τις διαταγές. [ΕΤΥΜΟΛ. < κλῆσις + γράφος / γραφος (< γράφω), πρβλ. δικο γράφος, ιδιό γραφος] …   Dictionary of Greek

  • κρυσταλλογραφία — Η επιστημονική μελέτη των κρυστάλλων. Ένας κρύσταλλος αποτελεί μία στερεά ουσία με καθορισμένο γεωμετρικό σχήμα, που παρουσιάζει έναν ορισμένο αριθμό επίπεδων εδρών και μπορεί να παραβληθεί με ένα πολύεδρο (κρυσταλλικό πολύεδρο). Χαρακτηριστικό… …   Dictionary of Greek

  • παλιγγραφία — παλιγγραφία, ἡ (Α) αναθεώρηση δίκης. [ΕΤΥΜΟΛ. < πάλιν + γραφιά (< γράφος < γράφω), πρβλ. δικο γραφία] …   Dictionary of Greek

  • προικογραφώ — έω, Μ καταγράφω σε κατάστιχο τα σχετικά με τον γάμο. [ΕΤΥΜΟΛ. < προίξ, κός + γραφῶ (< γράφος < γράφω), πρβλ. δικο γραφώ] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”