- δι-εγ-κόπτω
δι-εγ-κόπτω, verstärktes ἐγκόπτω, Stob. ecl. 1 p. 632.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
δι-εγ-κόπτω, verstärktes ἐγκόπτω, Stob. ecl. 1 p. 632.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κόπτω — cut pres subj act 1st sg κόπτω cut pres ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κόπτω — (ΑM κόπτω) κόβω*. [ΕΤΥΜΟΛ. Η αναγωγή τού κόπτω σε ΙΕ ρίζα *skep / *skop / *skap «χωρίζω με κοφτερό αντικείμενο» (στην οποία ανήκουν τα σκάπτω, σκέπαρνος, κ.ά.) δεν μπορεί να απορριφθεί, αλλά ούτε και να αποδειχθεί.Το κόπτω είναι αντίστοιχο τού… … Dictionary of Greek
κοπτῷ — κοπτόν neut dat sg κοπτός chopped small masc/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κοπτώ — κοπτόν neut nom/voc/acc dual κοπτός chopped small masc/neut nom/voc/acc dual … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κόπτω — Κόπτος masc nom/voc/acc dual Κόπτος masc gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κόπτῳ — Κόπτος masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κόπτετον — κόπτω cut pres imperat act 2nd dual κόπτω cut pres ind act 3rd dual κόπτω cut pres ind act 2nd dual κόπτω cut imperf ind act 2nd dual (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κόπτον — κόπτω cut pres part act masc voc sg κόπτω cut pres part act neut nom/voc/acc sg κόπτω cut imperf ind act 3rd pl (homeric ionic) κόπτω cut imperf ind act 1st sg (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κεκομμένα — κόπτω cut perf part mp neut nom/voc/acc pl κεκομμένᾱ , κόπτω cut perf part mp fem nom/voc/acc dual κεκομμένᾱ , κόπτω cut perf part mp fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κόπτεσθε — κόπτω cut pres imperat mp 2nd pl κόπτω cut pres ind mp 2nd pl κόπτω cut imperf ind mp 2nd pl (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κόπτετε — κόπτω cut pres imperat act 2nd pl κόπτω cut pres ind act 2nd pl κόπτω cut imperf ind act 2nd pl (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)