- παρα-σφύριος
παρα-σφύριος, neben, an den Knöcheln, τένοντες, Opp. Hal. 3, 307.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
παρα-σφύριος, neben, an den Knöcheln, τένοντες, Opp. Hal. 3, 307.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
περισφύριος — α, ο / περισφύριος, ον, ΝΑ 1. αυτός που βρίσκεται γύρω από τα σφυρά, αυτός που περιβάλλει τα πόδια στην περιοχή τών σφυρών 2. το ουδ. ως ουσ. τὸ περισφύριο(ν) γυναικείο κόσμημα που φοριέται πάνω σε γυμνό πόδι, γύρω από τα σφυρά νεοελλ. το ουδ. ως … Dictionary of Greek