- δειπνηστύς
δειπνηστύς, ύος, ἡ, = vor., Hesych.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
δειπνηστύς, ύος, ἡ, = vor., Hesych.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
δειπνηστύς — ( ύος), η (Α) η ώρα του δείπνου. [ΕΤΥΜΟΛ. Μεταπλασμένος τ. τού δείπνηστος*] … Dictionary of Greek
δειπνηστύν — δειπνηστύς meal time fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
-τυς — τυος, Α αρχαϊκό καταληκτικό σύστημα ρηματικών ονομάτων, δηλωτικών τού ποιού ενεργείας συνωνύμων τών θηλ. σε σις (πρβλ. βιβρώσκω: βρω τύς «βρώση», ἀλαόω: ἀλαω τύς «τύφλωση», βοάω: βοη τύς «βοή»). Η κατάληξη ανάγεται στην Ινδοευρωπαϊκή * tu /* tw… … Dictionary of Greek