- δια-τίλλω
δια-τίλλω, zerrupfen, Soph. bei Ael. H. A. 11, 18 u. Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
δια-τίλλω, zerrupfen, Soph. bei Ael. H. A. 11, 18 u. Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
διατετιλμένης — διά τίλλω b. perf part mp fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διατίλλειν — διά τίλλω b. pres inf act (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διατίλλεις — διά τίλλω b. pres ind act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διατίλλεται — διά τίλλω b. pres ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διατίλλων — διά τίλλω b. pres part act masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διετίλλετο — διά τίλλω b. imperf ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διέτιλλε — διά τίλλω b. imperf ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διέτιλε — διέτῑλε , διά τίλλω b. aor ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διέτιλεν — διέτῑλεν , διά τίλλω b. aor ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)