δι-χορία

δι-χορία

δι-χορία, , der Doppelchor; Poll. 4, 107; Schol. Ar. Ran. 357, wo διχορεία steht.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • χόρια — χόριον membrane that encloses the foetus neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χόρι' — χόρια , χόριον membrane that encloses the foetus neut nom/voc/acc pl χόριε , χόριος masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χόριο — το / χόριον, ΝΜΑ ο τελευταίος προς τα έξω υμένας που περιβάλλει το έμβρυο νεοελλ. 1. (εμβρυολ. ανατ.) ο εξώτατος εμβρυογενής υμένας τού εμβρύου, ο οποίος έρχεται σε επαφή με τον βλεννογόνο τής μήτρας 2. ανατ. α) το πυκνό και ανθεκτικό στρώμα τού… …   Dictionary of Greek

  • τσίπα — η, Ν 1. λεπτός υμένας που περικαλύπτει κάτι 2. κρούστα που σχηματίζεται στην επιφάνεια υγρών και, ιδίως, τού γάλατος («το καλό γάλα κάνει τσίπα») 3. λιπώδης υμένας που περιβάλλει τα εντόσθια τών ζώων 4. λεπτός υμένας που απομένει μερικές φορές… …   Dictionary of Greek

  • Хориямб — (греч. χοριαμβος, от χορει̃ος хорей и ιαμβος ямб) 1) В метрич. стихосложении шестимерная 4 сложная стопа, состоящая из 2 кратких и опоясывающих их 2 долгих слогов. Схема: . Употреблялась обычно в сочетании со сходно звучащими стопами иониками:… …   Российский гуманитарный энциклопедический словарь

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”