- παρα-πέταλος
παρα-πέταλος, mit Blättern, bes. von Gold oder Silber belegt, plattirt, Suid.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
παρα-πέταλος, mit Blättern, bes. von Gold oder Silber belegt, plattirt, Suid.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πετάννυμι — και πεταννύω, ΜΑ 1. απλώνω, ανοίγω, εκτείνω (α. «εἵματα... πέτασαν παρὰ θῑν ἁλός», Ομ. Οδ. β. «ὁ ἄνθρωπος τὰς χεῑρας πετάσας», Πορφ.) 2. θρησκ. υψώνω τα χέρια σε στάση ικεσίας 3. υψώνω το βλέμμα προς τον ουρανό («εἰς τὸν οὐρανὸν πετάσας τὸ ὄμμα… … Dictionary of Greek