- δευτάτιος
δευτάτιος, p. = δεύτατος, Paul. Sil. Ecphr. 419.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
δευτάτιος, p. = δεύτατος, Paul. Sil. Ecphr. 419.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
δευτάτιος — δευτάτιος, ία, ον (Α) βλ. δεύτατος … Dictionary of Greek
δευτατίου — δευτάτιος masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δευτατίῃ — δευτάτιος fem dat sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεύτατος — δεύτατος, η, ον και δευτάτιος, α και η, ον (Α) τελευταίος, έσχατος («δεύτατος ἦλθεν... Ἀγαμέμνων»). [ΕΤΥΜΟΛ. Παράλληλος τ. τού δεύτερος με επίθημα δηλωτικό τού υπερθετικού βαθμού] … Dictionary of Greek