μαντηΐη

μαντηΐη

μαντηΐη, , ion. = μαντεία, Her. 2, 57. 83.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • μαντηίη — μαντηΐη, ἡ (Α) ιων. τ. βλ. μαντεία …   Dictionary of Greek

  • μαντηίη — μαντεία prophetic power fem nom/voc sg (epic ionic) μαντηΐη , μαντεῖος oracular fem nom/voc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μαντεία — η (AM μαντεία, Α επικ. τ. μαντείη, ιων. τ. μαντηΐη, Μ και μαντειά) [μαντεύω] 1. το να προλέγει κάποιος αυτά που πρόκειται να συμβούν ή να αποκαλύπτει τα άγνωστα, η προφητική δύναμη, η μαντική ιδιότητα, η μαντική τέχνη («μαντείας... δεῑται ὅ,τι… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”