- μελι-βόας
μελι-βόας, ὁ, κύκνος, der Süßtönende, Eur. Phaeth. frg. 2, 34.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μελι-βόας, ὁ, κύκνος, der Süßtönende, Eur. Phaeth. frg. 2, 34.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ευρυβόας — εὐρυβόας, ό (ΑΜ) αυτός τού οποίου η φωνή ακούγεται μακριά. [ΕΤΥΜΟΛ. < ευρυ *. + βοας (< βοή), πρβλ. καλλι βόας, μελι βόας] … Dictionary of Greek
μελιβόας — μελιβόας, ὁ (Α) αυτός που μιλάει ή κελαηδάει γλυκά, που έχει μελωδική φωνή, γλυκύφωνος («ἤδη δ εἰς ἔργα κυναγοὶ στείχουσι θηροφόνοι πηγαῑσί τ ἐπ Ὠκεανοῡ μελιβόας κύκνος ἀχεῑ», Ευρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < μέλι + βόας (< βοῶ), πρβλ. τηλε βόας, υψι… … Dictionary of Greek