- βελεσσι-χαρής
βελεσσι-χαρής, Apollo, pfeilfroh, Anth. IX, 525, 3.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
βελεσσι-χαρής, Apollo, pfeilfroh, Anth. IX, 525, 3.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
λογοχαρής — λογοχαρής, ές (Μ) αυτός που ευχαριστιέται με τα πολλά λόγια. [ΕΤΥΜΟΛ. < λόγος + χαρής (< αμάρτυρο *χάρος), πρβλ. βελεσσι χαρής, σκυλο χαρής] … Dictionary of Greek