νεο-χάρακτος

νεο-χάρακτος

νεο-χάρακτος, neu, eben erst eingegraben, eingeprägt, eingedrückt, ἴχνος, Soph. Ai. 6.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • πολυχάρακτος — ον, Α αυτός που είναι ποικίλως χαραγμένος, με πολλά σχήματα ή μορφές («πολυχάρακτον μόρφωμα», Σεκούνδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ * + χαρακτός (< χαράσσω), πρβλ. νεο χάρακτος] …   Dictionary of Greek

  • χερουβικοχάρακτος — ον, Μ χαραγμένος από τα χερουβίμ. [ΕΤΥΜΟΛ. < χερουβικός + χαρακτός (< χαράσσω), πρβλ. νεο χάρακτος] …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Λαϊκός πολιτισμός — ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΛΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ Λαϊκός πολιτισμός είναι το σύνολο των εκδηλώσεων του βίου του λαού –υλικού και πνευματικού– οι οποίες έχουν χαρακτήρα ομαδικό και τελούνταν κατά παράδοση από τον αγροτικό πληθυσμό και τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα των …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”