βιβλιο-πώλης

βιβλιο-πώλης

βιβλιο-πώλης, , Buchhändler, Ath. III, 126 f; Theopomp. com. bei Zon.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • κριθοπώλης — ο (AM κριθοπώλης) αυτός που πουλάει κριθάρι. [ΕΤΥΜΟΛ. < κριθή + πώλης (< πωλῶ), πρβλ. αρτο πώλης, βιβλιο πώλης] …   Dictionary of Greek

  • θερμοπωλείον — θερμοπωλεῑον, τὸ (Α) κατάστημα στο οποίο πωλούνταν θέρμοι, λούπινα. [ΕΤΥΜΟΛ. < θέρμος «λούπινο» + πωλείον < πώλης < πωλώ (πρβλ. βιβλιο πωλείο[ν], παντο πωλείο[ν])] …   Dictionary of Greek

  • τεϊοπωλείο — το, Ν (λόγιος τ.) κατάστημα στο οποίο πωλείται τσάι, φύλλα τσαγιού. [ΕΤΥΜΟΛ. < τέιο(ν) + πωλείο (< πώλης*), πρβλ. βιβλιο πωλείο. Η λ., στον λόγιο τ. τεϊοπωλεῖον, μαρτυρείται από το 1878 στο περιοδικό Όμηρος] …   Dictionary of Greek

  • φερετροπωλείο — το, Ν κατάστημα όπου πωλούνται φέρετρα. [ΕΤΥΜΟΛ. < φέρετρο + πωλείο (< πώλης*), πρβλ. βιβλιο πωλείο] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”